- ἀργυραμοιβός
- ἀργυραμοιβόςmoney-changermasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αργυραμοιβός — Εκείνος που ασχολείται επαγγελματικά με την ανταλλαγή ξένων νομισμάτων με το νόμισμα της χώρας του ή με την ανταλλαγή νομισμάτων διαφορετικών τόπων και κερδίζει από τη διαφορά που προκύπτει από τη σχετική πράξη. To επάγγελμα του α. είναι… … Dictionary of Greek
αργυραμοιβός — ο αυτός που ασχολείται επαγγελματικά με την ανταλλαγή νομισμάτων, ο σαράφης: Το επάγγελμα του αργυραμοιβού σήμερα έχει σβήσει … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀργυραμοιβοί — ἀργυραμοιβός money changer masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυραμοιβοῦ — ἀργυραμοιβός money changer masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυραμοιβούς — ἀργυραμοιβός money changer masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυραμοιβέ — ἀργυραμοιβός money changer masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυραμοιβῶν — ἀργυραμοιβός money changer masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυραμοιβόν — ἀργυραμοιβός money changer masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μέτσαϊς ή Μέσαϊς, Κουέντιν — (Quentin Messys ή Metsys και Massys ή Matsys, Λουβέν περ. 1465 – Αμβέρσα 1530). Φλαμανδός ζωγράφος. Το 1491 εγκατέλειψε τον τόπο του για να εγκατασταθεί οριστικά στην Αμβέρσα, όπου ίδρυσε τη γνωστή ζωγραφική σχολή. Συνέχισε την παράδοση του 15ου… … Dictionary of Greek
άργυρος — Νεομάρτυρας και άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Επανομή της Θεσσαλονίκης. Θανατώθηκε από τους γενίτσαρους, επειδή αρνήθηκε να γίνει εξωμότης, το 1806. Η μνήμη του τιμάται στις 11 Μαΐου. * * * ο (AM ἄργυρος) λευκό πολύτιμο… … Dictionary of Greek